Ο ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΠΕΡΙΠΑΤΟΣ

Ο αρχαιολογικός χώρος της Παλαιόπολης βρίσκεται στο βόρειο τμήμα της χερσονήσου του Κανονιού και απέχει περίπου 2 χλμ από το κέντρο της Κέρκυρας. Οι ανασκαφικές έρευνες που διεξήχθησαν στο χώρο αυτό έφεραν στο φως σημαντικά στοιχεία για την αρχαία πόλη της Κέρκυρας, τα οποία μαρτυρούν πως κατά τους αρχαϊκούς, κλασικούς, ελληνιστικούς και ρωμαϊκούς χρόνους αποτελούσε κεντρικό σημείο της.
Ένας περίπατος
Γενική άποψη του χώρου των λουτρών από δυτικά.
στον αρχαιολογικό χώρο δίνει την ευκαιρία στον επισκέπτη να δει μεταξύ άλλων την αρχαία αγορά της πόλης, τμήμα των εγκαταστάσεων του πολεμικού λιμένα του Αλκινόου, λείψανα ρωμαϊκών λουτρών, την Παλαιοχριστιανική Βασιλική, που ιδρύθηκε από τον Επίσκοπο Κερκύρας Ιοβιανό, το Ιερό της Αρτέμιδος-Γοργούς και τμήμα ενός πύργου του αρχαίου τείχους της πόλης.

Ακολουθώντας την πορεία του χάρτη
Χάρτης με αρχαιότητες στην περιοχή της Παλαιόπολης.
, η περιήγηση ξεκινάει από τα Ρωμαϊκά Λουτρά της Παλαιόπολης (Α), προχωράει στην περιοχή της Αγοράς (Β) όπου διασώζονται οικοδομήματα διαφόρων περιόδων και συνεχίζει με την επίσκεψη στις λιμενικές εγκαταστάσεις (Γ). Στην πορεία προχωρώντας δυτικά συναντά τα Ρωμαϊκά Λουτρά του Ινστιτούτου Ελαίας (Δ), νοτιοδυτικά των οποίων μπορεί επίσης να δει το Ιερό της Αρτέμιδος-Γοργούς (Ε) και τέλος το τμήμα του πύργου του αρχαίου τείχους της πόλης (ΣΤ). Μέρος ενός ακόμα πύργου είναι επίσης ορατό στην περιοχή του Ανεμόμυλου (Ζ).


Α. ΡΩΜΑΪΚΑ ΛΟΥΤΡΑ ΠΑΛΑΙΟΠΟΛΗΣ

Εισαγωγή
Σε μικρή απόσταση από την αρχαία αγορά, στους βορειοδυτικούς πρόποδες του λόφου της Ανάληψης, αποκαλύφθηκε λουτρικό συγκρότημα
Γενική άποψη του χώρου των λουτρών από δυτικά.
και οικιστικά λείψανα, τα οποία μαρτυρούν μια μακρά χρήση του χώρου, η οποία αρχίζει από τον ύστερο 8ο αι. π.Χ. (αρχαϊκή περίοδος) και φτάνει έως και τον 6ο αιώνα μ.Χ. Οι πρώτες λουτρικές εγκαταστάσεις στο σημείο αυτό ιδρύθηκαν στα τέλη του 1ου με αρχές του 2ου αιώνα μ.Χ. και παρέμειναν σε χρήση σε όλη τη διάρκεια των δύο επόμενων αιώνων. Σημαντικές επισκευές και τροποποιήσεις πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια του 4ου αιώνα μ.Χ., ενώ τον 5ο αιώνα τα λουτρά συρρικνώθηκαν, καθώς κάποιοι χώροι απέκτησαν εργαστηριακό χαρακτήρα. Στα μέσα του 6ου οι εγκαταστάσεις εγκαταλείφθηκαν μετά από πυρκαγιά, η οποία ενδεχομένως να προκλήθηκε ύστερα από σεισμό ή  μπορεί να συνδέεται με την επιδρομή των Γότθων στο νησί.

Η αρχιτεκτονική του κτιρίου και οι χρήσεις του χώρου
Κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους το λουτρό αποτελούσε αναπόσπαστο μέρος της ζωής της πόλης, καθώς ήταν μια καθημερινή συνήθεια που συνδύαζε την υγιεινή του σώματος με την αναψυχή και τις κοινωνικές συνευρέσεις. Για τη λειτουργία του απαραίτητες ήταν μεγάλες ποσότητες νερού που αντλούνταν είτε από πηγάδια, είτε από δεξαμενές. Αργότερα με την κατασκευή των υδραγωγείων δόθηκε οριστική λύση στις ανάγκες ύδρευσης και βελτιώθηκαν οι συνθήκες υγιεινής.

Η ανασκαφική έρευνα έφερε στο φως  ένα οικοδομικό συγκρότημαΑεροφωτογραφία του χώρου των λουτρών.Κάτοψη και αξονομετρικό σχέδιο του λουτρικού συγκροτήματος.
Αεροφωτογραφία του χώρου των λουτρών. – Κάτοψη και αξονομετρικό σχέδιο του λουτρικού συγκροτήματος.
από το οποίο σώζονται σήμερα δέκα κύριοι (I-X) και τρεις βοηθητικοί χώροι, οι οποίοι διατάσσονται αξονικά. Πρόκειται για μικρό δημόσιο λουτρό (σωζόμενες διαστάσεις 95μ. Χ 56μ), το οποίο οριοθετείται στα νότια από αγωγόΑεροφωτογραφία του αγωγού.
Αεροφωτογραφία του αγωγού – Άποψη του αγωγού από ανατολικά
απορροής υδάτων, τμήμα του οποίου χρονολογείται στους αρχαϊκούς χρόνους. Το λουτρό φαίνεται πως ήταν ενταγμένο στον πολεοδομικό ιστό της αρχαίας πόλης, καθώς στα νότια του αποκαλύφθηκαν οικιστικά λείψανα διαφόρων περιόδων (αρχαϊκά, ελληνιστικά, ρωμαϊκά), καθώς επίσης και ένα πηγάδι το οποίο περιβάλλεται από πλακόστρωτο και πιθανότατα τροφοδοτούσε τα λουτρά με νερό. Ανάλογη χρήση πρέπει να είχαν και δυο ακόμη πηγάδια, που βρέθηκαν στο χώρο.


Οι κύριοι χώροι των λουτρών, στη σωζόμενη σήμερα μορφή τους, αποτελούνται από αίθουσες θερμού λουτρού οι οποίες έχουν νότιο προσανατολισμό, ούτως ώστε να φωτίζονται κατά τους χειμερινούς μήνες, από αίθουσες κρύου λουτρού που εντοπίζονται βόρεια και από βοηθητικούς χώρους που βρίσκονταν στα δυτικά.

Η πρώτη αίθουσα στην οποία εισέρχονταν οι λουόμενοι ήταν το αποδυτήριο (Apodyterium)
Γενική άποψη χώρου Ι.
. Εκεί άφηναν τα ρούχα τους και τα υπόλοιπα προσωπικά τους αντικείμενα, τα οποία φυλάσσονταν συνήθως είτε από τους δούλους τους ή από τον ιματιοφύλακα (capsarius) και προετοιμάζονταν για το λουτρό (χώρος Ι). Το αποδυτήριο ήταν συνήθως χώρος συναναστροφής και για το λόγο αυτό διέθετε πάγκους για να κάθονται οι λουόμενοι, ενώ ήταν επίσης ωραία διακοσμημένος. Το δάπεδο της αίθουσας αυτής φέρει ψηφιδωτό
Λεπτομέρεια ψηφιδωτού δαπέδου χώρου Ι με την παράσταση του  Ωκεανού.
από πολύχρωμες ψηφίδες (μικροί λίθινοι κύβοι λευκού, μαύρου, κόκκινου και ροδαλού χρώματος), που στο κέντρο κοσμείται με έμβλημα που απεικονίζει τη μορφή του Βυθού ή Ωκεανού, μυθικού προσώπου που αποδίδεται με άγρια γενειάδα και μαλλιά μέσα από τα οποία εκφύονται δαγκάνες καβουριών, που παραπέμπουν στο υγρό στοιχείο. Το κεντρικό αυτό θέμα πλαισιώνεται από γεωμετρικό μοτίβο.


Νότια του χώρου αυτού βρίσκεται η αίθουσα του χλιαρού λουτρού (Tepidarium) (χώρος V), που αποτελούσε το επόμενο στάδιο, κατά το οποίο το σώμα προετοιμαζόταν μέσω της αργής εφίδρωσης για να περάσει στο ζεστό λουτρό. Ήταν διακοσμημένη με ψηφιδωτό δάπεδο από το οποίο σήμερα σώζεται μοτίβο που απεικονίζει «διπλό ελληνικό κλειδί». Κάτω από το δάπεδο περνάει αγωγός μέσα στον οποίο βρέθηκε μαρμάρινο άγαλμα
Μαρμάρινος κορμός γυμνής Αφροδίτης, ρωμαϊκό αντίγραφο, 2ος αι. μ.Χ., χώρος V.
του τύπου της Κνιδίας Αφροδίτης.


Μια είσοδος δυτικά του χλιαρού λουτρού (Tepidarium) (χώρος V) οδηγούσε στις αίθουσες του θερμού λουτρού
Λεπτομέρεια από τα υπόκαυστα του χώρου VII.
(Caldaria) (χώροι VΙ, VΙΙ). Οι τοίχοι και τα δάπεδα των χώρων αυτών θερμαίνονταν μέσω ενός συστήματος με υπόκαυστα. Τα υπόκαυστα ήταν υπόγειοι χώροι κάτω από τα δάπεδα των δωματίων, στους οποίους κυκλοφορούσαν θερμά αέρια τα οποία παράγονταν από την καύση ξύλων που έκαιγαν σε κλιβάνους (praefurnia). Τέτοιοι κλίβανοι εντοπίστηκαν στα νότια του χώρου VI και στα βορειοδυτικά του χώρου VII. Τα δάπεδα των δωματίων VI και VII κοσμούνταν με ψηφιδωτά και στηρίζονταν σε στυλίσκους και πεσσίσκους κατασκευασμένους από κυλινδρικά και τετράγωνα πήλινα πλακίδια. Στο δυτικό τμήμα του χώρου VII, σώζεται μικρό και πολύ αποσπασματικό τμήμα ψηφιδωτού δαπέδου, το οποίο φαίνεται πως είχε ήδη επισκευαστεί κατά την αρχαιότητα. Το επόμενο δωμάτιο (χώρος VIII), το οποίο δεν έχει πλήρως ανασκαφθεί, σώζει πολύ αποσπασματικά ψηφιδωτό δάπεδο το οποίο ανήκει στον 5ο αιώνα μ.Χ., ενώ στο βόρειο τμήμα του σώζεται μαρμάρινος ατομικός λουτήρας.

Μετά από την εμπειρία του θερμού λουτρού (χώροι VΙ, VΙΙ), οι λουόμενοι είχαν τη δυνατότητα είτε να συνεχίσουν στην αίθουσα του κρύου λουτρού (Frigidarium) (χώρος ΙΙ), είτε να επιστρέψουν στην αίθουσα του χλιαρού λουτρού (Tepidarium) (χώρος V). Στην αίθουσα του κρύου λουτρού (Frigidarium) (χώρος ΙΙ) σώζεται τμήμα του ψηφιδωτού δαπέδου
Φωτογραμμετρική απεικόνιση του ψηφιδωτού δαπέδου του χώρου ΙΙ.
, που είναι της ίδιας τεχνοτροπίας με το ψηφιδωτό δάπεδο του αποδυτηρίου (Apodyterium) (χώρου Ι). Το κεντρικό θέμα, από το οποίο σώζεται ένα πολύ μικρό μέρος του αποτελούμενο από ψηφίδες μαύρου, λευκού, πράσινου και καστανοκόκκινου χρώματος, περιβάλλεται από διακοσμητικό πλοχμό αποτελούμενο από λευκές, ροζ και μαύρες ψηφίδες, το οποίο διαδέχεται γεωμετρικό μοτίβο λευκών και ροζ ψηφίδων.

Ο επόμενος χώρος
Γενική άποψη του χώρου III από νότια.
(χώρος ΙΙΙ), ο οποίος βρίσκεται σε χαμηλότερο επίπεδο (περίπου 0,50μ.) από τον προηγούμενο, ήταν εξοπλισμένος με μικρή ημικυκλική πισίνα, όπου οι λουόμενοι έκαναν μπάνιο με κρύο νερό, το οποίο θεωρούσαν ότι δρούσε αναζωογονητικά. Ο χώρος IV ερμηνεύεται ως δεξαμενή νερού για τις ανάγκες του λουτρού.


Β. ΑΡΧΑΙΑ ΑΓΟΡΑ, ΒΟΥΛΕΥΤΗΡΙΟ, ΙΩΝΙΚΗ ΣΤΟΑ ΚΑΙ Η ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΟΠΟΛΗΣ

Δυτικά του χώρου των λουτρών βρίσκεται η αγορά
Γενική άποψη της αρχαίας αγοράς από νότια.
, ένας μεγάλος υπαίθριος χώρος που αποτελούσε το πολιτικό, θρησκευτικό και εμπορικό κέντρο της πόλης. Αναπτύχθηκε πολύ κοντά στα δύο αρχαία λιμάνια, το Υλλαϊκό λιμάνι (εμπορικό) και το λιμάνι του Αλκινόου (πολεμικό). Σε αυτό το χώρο που αποτελούσε σημείο συνάντησης με έντονη δραστηριότητα, ανεγέρθηκαν σημαντικά δημόσια κτίρια, ιερά, στοές, καθώς επίσης εργαστήρια και πολυτελείς κατοικίες προξένων και εύπορων ιδιωτών. Στην αγορά γινόταν η συνέλευση του λαού της Κέρκυρας, η «Αλία» και εκεί διαδραματίστηκαν, σύμφωνα με τον ιστορικό  Θουκυδίδη, κάποια από τα σημαντικότερα γεγονότα του εμφυλίου πολέμου μεταξύ ολιγαρχικών και δημοκρατικών, που έπληξε το νησί  κατά το τέλος του 5ου αι. π.Χ. Σύμφωνα με τις πηγές στο χώρο αυτό κτίστηκαν ο ναός του Ποσειδώνα και τα ιερά του Δία, των Διοσκούρων και της Αθηνάς, ενώ οι αρχαιολογικές ενδείξεις μαρτυρούν ότι ήταν σε συνεχή χρήση από τον 8ο αιώνα π.Χ. έως και τον 6ο αιώνα μ.Χ.

Οι ανασκαφικές έρευνες οι οποίες ξεκίνησαν περιστασιακά από το 1813 και συνεχίστηκαν έως και το 1996 έφεραν στο φως:

  • Τμήματα από το πλακόστρωτο δάπεδο της αγοράς
    Λεπτομέρεια του πλακόστρωτου δαπέδου της αρχαίας αγοράς.
    των ελληνιστικών και ρωμαϊκών χρόνων.
  • Ένα καμπυλόγραμμο οικοδόμημα
    Καμπυλόγραμμο οικοδόμημα ελληνιστικών ή ρωμαϊκών χρόνων που ταυτίζεται με {tooltip}βουλευτήριο{end-texte}Το βουλευτήριο ήταν δημόσιο θεατροειδές οικοδόμημα, όπου πραγματοποιείτο η συνέλευση των βουλευτών. Συχνά επίσης συνεδρίαζαν σε αυτά και τα δικαστήρια των αρχαίων πόλεων.
    ή ωδείο.{end-tooltip} διαμέτρου 35μ., το όποιο εντοπίστηκε κάτω από την Παλαιοχριστιανική Βασιλική. Ήταν μάλλον υπαίθριο, είχε προσανατολισμό από ΝΑ προς ΒΔ και ήταν εγγεγραμμένο σε τετράγωνο πλακόστρωτο περίβολο που θα είχε πλάτος τουλάχιστον 40μ. Ο τοίχος του οικοδομήματος που έχει πάχος μεγαλύτερο του ενός μέτρου, στο ΒΔ άκρο του καταλήγει σε τετράγωνο πεσσό διπλάσιου πάχους, όπου εκεί εντοπίζεται και η είσοδος του χώρου. Εσωτερικά και εξωτερικά ήταν στρωμένος με λίθινες ορθογώνιες πλάκες. Οι διαστάσεις του παραπέμπουν σε δημόσιο κτίριο κατασκευασμένο σε κεντρικό σημείο της αρχαίας πόλης, το οποίο στο εσωτερικό του θα ήταν εξοπλισμένο με ξύλινα έδρανα για τη συγκέντρωση των πολιτών.
    Αρχικά το κτίριο ταυτίστηκε με Εκκλησιαστήριο ή βουλευτήριοΤο βουλευτήριο ήταν δημόσιο θεατροειδές οικοδόμημα, όπου πραγματοποιείτο η συνέλευση των βουλευτών. Συχνά επίσης συνεδρίαζαν σε αυτά και τα δικαστήρια των αρχαίων πόλεων. των ελληνιστικών χρόνων κυρίως λόγω των επιγραφών που βρέθηκαν στο χώρο. Αργότερα το οικοδόμημα ταυτίστηκε με Ωδείο και τα μαρμάρινα αρχιτεκτονικά μέλη, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν ως οικοδομικό υλικό για την κατασκευή της παλαιοχριστιανικής Βασιλικής, ερμηνεύτηκαν ως τμήματα της διώροφης σκηνής του.
  • Ιωνική Στοά
    Ιωνική στοά ρωμαϊκών χρόνων.
    των ρωμαϊκών χρόνων. Στο δυτικό περίπου άκρο της αγοράς αποκαλύφθηκε τμήμα στοάς, μήκους 20μ. και πλάτος περίπου 7μ. με προσανατολισμό ΒΑ-ΝΔ. Ο στυλοβάτης της εξωτερικής πρόσοψής της έφερε ιωνική κιονοστοιχία, από την οποία σώζεται ένας κίονας, ο οποίος έχει καταπέσει εγκάρσια προς το εσωτερικό της. Οι κίονες εδράζονταν πάνω σε λίθινες, τετράγωνες βάσεις, από τις οποίες έχουν αποκαλυφθεί τέσσερις. Οι βάσεις αυτές συνδέονται με τοίχο, οι επιφάνειες του οποίου είναι κατασκευασμένες από οπτόπλινθους (“opus testaceum”), ενώ στο εσωτερικό του υπάρχει γέμισμα από κεραμίδια, κεραμική και λίθους, τα οποία συνδέονται με κουρασάνι. Η εσωτερική όψη του τοίχου ήταν επιχρισμένη με λευκό κονίαμα.
  • Βορειοανατολικά του χώρου της αγοράς υψώνεται η Παλαιοχριστιανική Βασιλική, η οποία χρονολογείται στον 5ο-6ο αιώνα και αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα βυζαντινά μνημεία της Κέρκυρας. Οικοδομήθηκε από τον επίσκοπο Ιοβιανό και σύμφωνα με την παράδοση αφιερώθηκε στην Αγία Κερκύρα, κόρη του βασιλιά Κερκυλλίνου, η οποία ασπάστηκε το χριστιανισμό και μαρτύρησε. Για την κατασκευή του ναού χρησιμοποιήθηκε αρχαίο οικοδομικό υλικό από ιερά, βωμούς και κτίρια της αρχαίας πόλης, όπως μαρτυρά η επιγραφή του επιστυλίου του τριβήλου του νάρθηκα, η οποία αναφέρει ότι:
    «†ΑΥΤΗΗΠVΛΗΤΟΥΚΥΡΙΟΥΔΙΚЄΟΙЄΙCЄΛЄΥCΟΝΤЄЄΝΑΥΤΗ †ΠΙCΤΙΝЄΧΩΝΒΑCΙΛΙΑΝΕΜΩΝΜΕΝΕΩΝCΥΝΕΡΙΘΟΝ CΟΙ ΜΑΚΑΡΥΨΙΜΕΔΟΝΤΟΝΔΙΕΡΟΝЄΚΤΙCANHON† ЄΛΛΗΝΩΝΤЄΜЄΝΗΚΑΙΒΩΜΟΥCЄΞΑΛΑΠΑΞΑC † ΧЄΙΡΟCΑΠΟΥΤΙΔΑΝΗCΙΟΒΙΑΝΟCЄΔΝΟΝΑΝΑΚΤΙ ».Αρχικά η ΒασιλικήΗ βασιλική ήταν ένα είδος δημόσιου κτιρίου που χρησιμοποιούνταν στην αρχαία Ρώμη ως χώρος δημοσίων συνεδριάσεων, εμπορικών συναλλαγών αλλά και ως δικαστήριο. Οι Ρωμαίοι παρέλαβαν αυτόν τον κτιριακό τύπο από τους Έλληνες. Παράδειγμα τέτοιου κτιρίου ήταν η «Βασίλειος Στοά» των Αθηνών. Από τον 4ο αιώνα η βασιλική προσαρμόστηκε στις ανάγκες λατρείας των χριστιανών και αποτέλεσε για πολλούς αιώνες τον κυριότερο αρχιτεκτονικό τύπο εκκλησιαστικού κτιρίου. Πρόκειται για τις περίφημες παλαιοχριστιανικές βασιλικές, οι οποίες ήταν τεράστια επιμήκη οικοδομήματα, διαιρούμενα εσωτερικά με κιονοστοιχίες σε κλίτη, καταλήγοντας στην ανατολική μικρή πλευρά σε αψίδα (κόγχη). Στη δυτική πλευρά υπήρχε συνήθως το αίθριο και ο νάρθηκας που ήταν χώρος για τους κατηχούμενους χριστιανούς και επικοινωνούσε με τον κυρίως ναό με τριμερές άνοιγμα, το τρίβηλο. Τα οικοδομήματα αυτά κυριάρχησαν τον 4ο και 5ο μ.Χ. αιώνα. ήταν πεντάκλιτη, ξυλόστεγη με πλούσιο γλυπτό και ψηφιδωτό διάκοσμο, άλλα υπέστη επανειλημμένα σοβαρές καταστροφές. Αργότερα επισκευάστηκε και περιορίστηκε σε τρία κλίτη. Στο κατεστραμμένο βόρειο κλίτος κτίστηκε μικρό αψιδωτό παρεκκλήσιο. Το μνημείο καταστράφηκε ξανά τον 11ο αιώνα από τις επιδρομές των Σαρακηνών και των Νορμανδών. Μεταξύ του 12ου και του 16ου αιώνα περιορίστηκε στο μεσαίο κλίτος. Ήδη από τον 15ο αιώνα αποτελούσε καθολικό μεγάλου μοναστηριακού συγκροτήματος, αφιερωμένου στην Παναγία την Αναφωνήτρια. Εκεί έζησαν διάφορες λόγιες εκκλησιαστικές προσωπικότητες, ενώ επίσης συσχετίστηκε με τις σημαντικότερες οικογένειες του νησιού, πολλοί τάφοι των οποίων βρίσκονται μέσα στο ναό, σύμφωνα με τη συνήθεια της εποχής. Το 1603 με 1605 ο Βενετός Προνοητής Αυγουστίνος Canale επισκεύασε το καθολικό και τα κελιά. Σύμφωνα με σωζόμενη επιγραφή, το 1680 ο ηγούμενος Αρσένιος Καλούδης πραγματοποίησε και πάλι εργασίες στο ναό. Ψηφιδωτά δάπεδα διακοσμημένα με γεωμετρικά μοτίβα, πουλιά, ψάρια και καρπούς, έργα του Ελπιδίου, βρέθηκαν στο νότιο κλίτος, το νάρθηκα και το βορειοδυτικό πρόσκτισμα. Μέρος του γλυπτού και ψηφιδωτού διακόσμου του μνημείου εκτίθεται σε εκθεσιακό χώρο του Παλαιού Φρουρίου της Κέρκυρας.Περισσότερα στοιχεία κάνοντας κλικ στη λέξη Βασιλική
    Η βασιλική ήταν ένα είδος δημόσιου κτιρίου που χρησιμοποιούνταν στην αρχαία Ρώμη ως χώρος δημοσίων συνεδριάσεων, εμπορικών συναλλαγών αλλά και ως δικαστήρια. Οι Ρωμαίοι παρέλαβαν αυτόν τον κτιριακό τύπο από τους Έλληνες. Παράδειγμα τέτοιου κτιρίου ήταν η «Βασίλειος Στοά» των Αθηνών. Από τον 4ο αιώνα η βασιλική προσαρμόστηκε στις ανάγκες λατρείας των χριστιανών και αποτέλεσε για πολλούς αιώνες τον κυριότερο αρχιτεκτονικό τύπο εκκλησιαστικού κτιρίου. Πρόκειται για τις περίφημες παλαιοχριστιανικές βασιλικές, οι οποίες ήταν τεράστια επιμήκη οικοδομήματα, διαιρούμενα εσωτερικά με κιονοστοιχίες σε κλίτη, καταλήγοντας στην ανατολική μικρή πλευρά σε αψίδα (κόγχη). Στη δυτική πλευρά υπήρχε συνήθως το αίθριο και ο νάρθηκας που ήταν χώρος για τους κατηχούμενους χριστιανούς και επικοινωνούσε με τον κυρίως ναό με τριμερές άνοιγμα, το τρίβηλο. Τα οικοδομήματα αυτά κυριάρχησαν τον 4ο και 5ο μ.Χ. αιώνα.
  • Επίσης κατά τη διάρκεια των ανασκαφών στην ευρύτερη περιοχή της αγοράς αποκαλύφθηκαν μεταξύ άλλων ψηφιδωτά δάπεδα, τμήμα μικρού κεραμικού κλιβάνου, τμήμα κυκλικής δεξαμενής με εσωτερικό έδρανο και φρέαρ, καθώς ακόμη λείψανα από άλλα οικοδομήματα που πιθανώς να ανήκουν σε ιερά ή ηρώα.

Γ. ΛΙΜΕΝΙΚΕΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ – ΛΙΜΕΝΑΣ ΑΛΚΙΝΟΟΥ

Βόρεια της αρχαίας αγοράς εντοπίζονται οι εγκαταστάσεις του λιμένα του Αλκινόου
Γενική άποψη ανασκαφής Ιερού Αρτέμιδος (1912-1914) – Γενική άποψη του χώρου του ιερού της Αρτέμιδος-Γοργούς
. Η αρχαία πόλη της Κέρκυρας διέθετε δύο φυσικά λιμάνια, το λιμένα του Αλκινόου στα βόρεια και τον Υλλαϊκό λιμένα στα δυτικά. Ο λιμένας του Αλκινόου κατασκευάστηκε στο Νότιο τμήμα του κόλπου της Γαρίτσας, ούτως ώστε να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα που δημιουργούσαν οι συνεχόμενες προσχώσεις του Υλλαϊκού λιμένα, ο οποίος για το λόγο αυτό υποβαθμίστηκε. Ο λιμένας του Αλκινόου χρησιμοποιήθηκε αρχικά ως πολεμικός και στη συνέχεια ως εμπορικός. Στην περίμετρό του αναπτύχθηκαν εγκαταστάσεις που περιλάμβαναν μεταξύ άλλων και συγκροτήματα νεώσοικων (νεώρια) για την προστασία του στόλου, καθώς η Κέρκυρα αποτελούσε σημαντική ναυτική δύναμη, αλλά και για τις εμπορικές δραστηριότητες. Το λιμάνι καταστράφηκε από το στρατό του Αγρίππα τον 1ο αιώνα π.Χ. και έκτοτε σταμάτησε να λειτουργεί.

Κατά τη διάρκεια των ανασκαφών οι οποίες ξεκίνησαν το 1982 και συνεχίστηκαν έως το 1996 αποκαλύφθηκαν:

  • Η συνέχεια του πλακόστρωτου δαπέδου
    Τμήμα της αρχαίας αγοράς
    της αρχαίας αγοράς.
  • Ισχυρός τοίχος που ανήκει στα τεχνικά έργα του λιμανιού και αποκαλύφθηκε σε μήκος 40μ., με προσανατολισμό ΒΑ προς ΝΔ. Παρουσιάζει επάλληλες οικοδομικές φάσεις και χρονολογείται από τον 6ο έως τον 1ο αιώνα π.Χ.
  • Τμήμα νεωρίου
    Τμήμα νεωρίου (νεώσοικοι) που χρονολογείται στον 5ο αιώνα π.Χ.
    που αποκαλύφθηκε σε μήκος 17,50μ. και σε πλάτος 13,40μ., με κατεύθυνση ΝΑ-ΒΔ. Είναι κατασκευασμένο από τρεις σειρές λίθινων πεσσών που έφεραν στύλους για τη στήριξη της οροφής του οικοδομήματος και σχημάτιζαν δύο εσωτερικούς στενόμακρους χώρους πλάτους 5,40μ. Χρονολογείται στον 5ο αιώνα π.Χ. και καταστράφηκε από πυρκαγιά κατά την υστερορωμαϊκή εποχή.

Δ. ΡΩΜΑΪΚΑ ΛΟΥΤΡΑ ΤΟΥ ΟΙΚΟΠΕΔΟΥ ΤΟΥ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟΥ ΕΛΑΙΑΣ

Δυτικά του χώρου της αρχαίας αγοράς εντοπίζεται ένα δεύτερο λουτρικό συγκρότημα (εικ.28). Εκεί αποκαλύφθηκαν ερείπια ρωμαϊκού βαλανείου, από το οποίο σήμερα σώζονται τέσσερις μεγάλες αίθουσες, δύο μικρότερες, ένας διάδρομος και τμήμα του περιβόλου. Αποκαλύφθηκαν αίθουσες θερμού λουτρού με υπόκαυστα (caldaria), ψηφιδωτά δάπεδα και δεξαμενή νερού προορισμένη για το κρύο λουτρό (frigidarium). Σύμφωνα με τις ανασκαφικές ενδείξεις τα λουτρά ήταν σε χρήση από τα τέλη του 1ου με αρχές του 2ου αιώνα μ.Χ. έως και τα τέλη του 5ου  με αρχές του 6ου μ.Χ. αιώνα. Εξωτερικά του κτιριακού συγκροτήματος βρέθηκε αποθέτης πήλινων μικρογραφικών αγγείων και ειδωλίων του 6ου αιώνα π.Χ.

Ε. ΤΟ ΙΕΡΟ ΤΗΣ ΑΡΤΕΜΗΣ

Στο βόρειο τμήμα της χερσονήσου του Κανονιού βρίσκεται το ιερό της Αρτέμιδος-Γοργούς
Γενική άποψη ανασκαφής Ιερού Αρτέμιδος (1912-1914) – Γενική άποψη του χώρου του ιερού της Αρτέμιδος-Γοργούς
. Σήμερα σώζονται στο χώρο λείψανα του ναού (τμήματα της θεμελίωσης του πτερού και το γωνιαίο τμήμα του ΒΔ τμήματος του ναού) και του βωμού, καθώς και τμήμα του πλακόστρωτου δρόμου (35μ μήκος-5μ πλάτος) που συνέδεε το βωμό με την είσοδο του ναού. Ακόμη στο βόρειο τμήμα του χώρου σώζονται αποσπασματικά τρία τμήματα αναλημματικών τοίχων, που αποτελούσαν τον περίβολο του ιερού. Μπροστά από τον αναλημματικό τοίχο ( 30μ μήκος) που εντοπίζεται βόρεια του ναού, αποκαλύφθηκε κρηπίδωμα επάνω στο οποίο ήταν πιθανώς τοποθετημένοι κίονες στοάς.

Ο ναός χρονολογείται στην αρχαϊκή εποχή (590-580 π.Χ.) και αποδίδεται στη θεά Άρτεμη λόγω ενεπίγραφης αναθηματικής στήλης με το όνομά της, που βρέθηκε στον ευρύτερο χώρο του ιερού. Αποτελεί ένα από τα πρωϊμότερα και επιβλητικότερα παραδείγματα ολόλιθου ναού και αντιπροσωπευτικό δείγμα δωρικής αρχιτεκτονικής. Ανήκει στον τύπο του δωρικού «ψευδοδίπτερου διπλού εν παραστάσει ναού», με πρόναο, τρίκλιτο σηκό και οπισθόδομο ή άδυτο και περιβαλλόταν από πτερό με οκτώ (8) κίονες στις στενές και δεκαεπτά (17) κίονες στις μακριές πλευρές του. Είχε προσανατολισμό Α προς Δ με διαστάσεις 47,89μ. Χ 22,40μ. περίπου και θεωρείται από τους μεγαλύτερους ναούς της αρχαιότητας.
Η αρχική στέγαση του ναού ήταν πήλινη, ενώ γύρω στα 535/525 π.Χ. αντικαταστάθηκε από μαρμάρινη. Στις μακρές πλευρές οι κέραμοι δεν κατέληγαν σε σίμη, αλλά σε μαρμάρινα ανθεμωτά ακροκέραμα. Ανάμεσα στα σημαντικότερα κινητά ευρήματα ανήκουν ένα ακέραιο κιονόκρανο που βρέθηκε στη ΝΑ. γωνία του ναού, τμήματα της σίμης της του ναού, καθώς και η σχεδόν ακέραιη αετωματική σύνθεση της δυτικής πλευράς του.

Το δυτικό αέτωμα
Το δυτικό αέτωμα του ναού της Αρτέμιδος-Γοργούς
αποτελεί το πρώτο δείγμα μεγαλιθικού γλυπτού αετώματος στην ελληνική τέχνη (διαστάσεις: 17,02μ. μήκος και 3,18μ. ύψος). Είναι χωρισμένο σε τρία θέματα προερχόμενα από τον κύκλο των μύθων, των θεών και των ηρώων. Κεντρική μορφή είναι η γιγαντιαία (2,79μ. ύψος) και δαιμονική Μέδουσα-Γοργώ που πλαισιώνεται από τα δύο της παιδιά, αριστερά τον Πήγασο, το φτερωτό άλογο και δεξιά τον Χρυσάορα (χρυσόν άορ = χρυσό σπαθί). Δύο λεοντοπάνθηρες, αντιπροσωπευτικοί του άγριου ζωικού βασιλείου, στέκονται ήρεμοι και υποταγμένοι. Οι παραστάσεις των άκρων απεικονίζονται αναγκαστικά σε πολύ μικρότερη κλίμακα και προέρχονται από τους κύκλους της Τιτανομαχίας και του Τρωικού πολέμου.

Ο βωμός, που σώζεται σε αρκετά καλή κατάσταση, αποτελεί σημαντικό αρχιτεκτονικό στοιχείο του ιερού, καθώς πάνω σε αυτόν γίνονταν οι θυσίες προς τους θεούς. Είναι ορθογώνιος (διαστάσεις: 22,41μ Χ 2,725μ), μνημειακής μορφής, με προσανατολισμό Β-Ν. Πάνω στη θεμελίωσή του πατάει βάθρο από λιθόπλινθους (ύψος: 0,26μ.) και ακολουθεί ζωφόρος (ύψος: 0,69μ.) με τρίγλυφα και αδιακόσμητες μετόπες. Στο εσωτερικό του κατά τη διάρκεια των ανασκαφών, βρέθηκαν πέτρες, χώμα, στάχτη και τεμάχια κεράμων. Η επίστεψη του βωμού δεν έχει διασωθεί. Στην αρχαιότητα ήταν σκεπασμένος με πλάκες πάνω στις οποίες έκαιγε η φωτιά  και τελούνταν οι θυσίες. Σήμερα ο βωμός  σώζεται κατά το ήμισυ καθώς επάνω στο Ν. τμήμα του κτίστηκε μεταγενέστερα τμήμα της μονής των Αγίων Θεοδώρων.
Τα ευρήματα από το χώρο του ναού της Άρτεμης εκτίθενται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Κέρκυρας.

ΣΤ. Ο ΠΥΡΓΟΣ ΤΗΣ ΝΕΡΑΝΤΖΙΧΑΣ

Δυτικά του Ιερού της Αρτέμιδος, επάνω σε μικρό ύψωμα, σώζεται τμήμα πύργου
Τμήμα πύργου του αρχαίου τείχους
που ανήκε στο βόρειο σκέλος του αρχαίου τείχους της πόλης. Χρονολογείται στους κλασικούς χρόνους (5ος αι. π.Χ.) και φαίνεται ότι προστάτευε κάποια πύλη που υπήρχε σε αυτό το σημείο και η οποία πιθανότατα σχετιζόταν με τον «Υλλαϊκό Λιμένα». Η πορεία του αρχαίου τείχους συνεχιζόταν μάλλον προς ΒΑ, ακολουθώντας την κορυφογραμμή των λόφων που καταλήγουν στο τρίστρατο των οδών Δαίρπφελδ-Αλκινόου-Αγίων Θεοδώρων.
Κατά τα βυζαντινά χρόνια (11ος-12ος αιώνας) ο πύργος μετατράπηκε σε μονόκλιτη βασιλική μικρών διαστάσεων. Έτσι σήμερα μπορεί να δει κανείς ότι επάνω στον τοίχο του πύργου, που είναι κατασκευασμένος από λιθόπλινθους κατά το ισοδομικό σύστημα, στηρίζεται ο βόρειος τοίχος βυζαντινού ναού, από τον οποίο σώζονται ίχνη τοιχογραφίας.
Κατά τα μεταβυζαντινά χρόνια (μετά το 1453) ο ναός δέχθηκε επισκευές. Το 1753-1754 σύμφωνα με γραπτές πηγές ήταν ερειπωμένος, ενώ το 1900 κατάρρευσε, παίρνοντας τη σημερινή του μορφή. Ο ναός πρέπει να ήταν αφιερωμένος στην Θεοτόκο Οδηγήτρια, εικονοστάσι της οποίας υπάρχει εκεί, ενώ το προσωνύμιο «Νεραντζίχα» πιθανότατα δόθηκε σε αυτόν και κατ’ επέκταση στον αρχαίο πύργο, από την ομώνυμη γύρω περιοχή.

Ζ. Ο ΠΥΡΓΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ

Βορειοανατολικά της χερσονήσου του Κανονιού, στη σημερινή περιοχή του Ανεμόμυλου (χάρτης 5), σώζεται τμήμα του ανατολικού πύργου του λιμένα του Αλκινόου, ο οποίος προστάτευε τη βορειοανατολική του είσοδο. Ο πύργος ο οποίος κατασκευάστηκε μεταξύ του 5ου και του 4ου αιώνα π.Χ., ήταν ισχυρός, ορθογώνιου σχήματος, με προσανατολισμό από βόρεια προς νότια. Οι τοίχοι του ήταν κατασκευασμένοι κατά το ισοδομικό σύστημα από σκληρό ντόπιο ασβεστόλιθο. Σύμφωνα με τις ανασκαφικές ενδείξεις, καταστράφηκε κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 1ου αιώνα π.Χ. Στις αρχές του 18ου αιώνα μ.Χ. κτίστηκε επάνω σε αυτόν, μικρός μονόκλιτος ναός αφιερωμένος στον Άγιο Αθανάσιο.